Το τελευταίο διάστημα πραγματοποιήθηκαν παρεμβάσεις με τρικάκια, σπρέι, πανό, ενάντια στο θεσμό της μισθωτής εργασίας. Συγκεκριμένα, στον ΟΑΕΔ στη Λαγκαδά, στον ΟΑΕΔ της Καλαμαριάς, στο ΚΕΚ Τούμπας-Voucher , σε παράρτημα επαγγελματικού προσανατολισμού του φροντιστηρίου ΜΠΑΧΑΡΑΚΗΣ στην Παπαναστασίου, στο γραφείο ευρέσεως εργασίας RESULT και σε παράρτημα της Shell (εταιρεία που χρησιμοποιεί κρατούμενους των αμερικανικών φυλακών ως φτηνό εργατικό δυναμικό)
Link Μπροσούρας: https://saekm.espivblogs.net/files/2021/07/ergasia.pdf
Η οικονομία, ακόμη και σε πρωτόλεια μορφή, αποτελεί έναν από τους πυλώνες της κυριαρχίας. Η ιεραρχία, η εκμετάλλευση, η καταπίεση, η εξημέρωση και υποδούλωση ανθρώπινων και μη
όντων, ο έλεγχος και οι κοινωνικοί ρόλοι, εμφανίζονται από καταβολής των οργανωμένων κοινωνιών, το ίδιο και η ανάγκη του ανθρώπου για κτήση, συσσώρευση αγαθών, συναλλαγές και
μετέπειτα εμπόριο. Πολύ πριν τον καπιταλισμό, ακόμη και πριν τη δόμηση των πρώτων κρατών, ο πολιτισμένος κόσμος ύφανε ένα πλέγμα εξουσιών.Το επίδικο όμως για εμάς, είναι η ιχνηλάτηση της
χρονικής πραγματικότητας που βιώνουμε, κι όχι να σταθούμε σε αναχρονισμούς. Της πραγματικότητας εκείνης, που επανδώνει το σύγχρονο μαζικό κοινωνικό μόρφωμα, υπαγορεύει κάθε πτυχή της
ύπαρξης μας, οχυρώνει το εξουσιαστικό οικοδόμημα στο σήμερα.
Το καπιταλιστικό σύστημα έχει αλλάζει ριζικά τις τελευταίες δεκαετίες, κρατώντας όμως ορισμένα θεμελιώδη στοιχεία του. Βασισμένο στην εκμετάλλευση και στην καταπίεση, θέτει
ως αυτοσκοπό τη συνεχή παραγωγή κέρδους, για τη διαιώνιση της οικονομικής ανάπτυξης και κοινωνικής ομαλότητας.
Αναγιγνώσκοντας την παρούσα συνθήκη, η μηχανοποίηση και ο αυτοματισμός της ζωής, η δομή του τρόπου των παραγωγικών και καταναλωτικών διεργασιών και ο ρόλος της εργασία, ο πράσινος
καπιταλισμός που έχει ενσωματωθεί στο lifestyle των υπηκόων, τα διάχυτα κοινωνικά πρότυπα, η πειθαρχία και η υπακοή, η δυναμική των εξουσιαστικών σχέσεων, αποδεικνύουν την προσαρμοστικότητα του πλέγματος της εξουσίας, που μέσα απο κρίσεις, μεταρρυθμίσεις και καθολικές αλλαγές καταφέρνει να κρατά τα ινια, παραμένοντας ακέραιο και εύρυθμο.
Χωρίς, λοιπόν, να αναπολούμε εποχές προ αμνημονεύτων χιλιετιών, να πέσουμε στην παγίδα ανάλυσης ή εκθείασης των πρωτόγωνων κοινοτήτων ή να ευαγγελιζόμαστε μετεπαναστατικά οράμα και πρωτοπορίες, θα επιχειρήσουμε να κεντροβαρίσουμε
στο εδώ και το τώρα, κατανοοώντας τις επικρατούσες συνθήκες και βρίσκοντας τις προοπτικές της ολοκληρωτικής κατάλυσης του υπάρχοντος.
TO ΠΕΡΑΣΜΑ ΣΤΙΣ ΜΕΤΑΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΕΣ
Η αναδιάρθρωση του καπιταλιστικού συστήματος, οι ελιγμοί του κεφαλαίου, οι μεταβλητές που δομούν το πλέγμα των κοινωνικών συσχετισμών συνιστούν εν εξελίξει διαδικασίες. Με τη γέννηση
των νέων τεχνολογιών και την εισαγωγή τους στους παραγωγικούς τομείς, την ελαστικοποίηση της εργασίας και τη χαμηλή πλέον εξειδίκευση, την ελαχιστοποίηση του κόστους παραγωγής, αλλά και την αναγκαιότητα διεύρυνσης του δικτύου
κατανάλωσης, στελεχώνεται, έως ένα βαθμό, το οικονομικό σύστημα του σήμερα.
Από τον πρωτογενή και δευτερογενή, ο δυτικός κόσμος πέρασε ομαλά, στον τριτογενη, τεταρτογενή κ.ο.κ.. Απέναντι από τη γεωργία και τη βιομηχανία, στάθηκαν επάξια οι υπηρεσίες, η
δημόσια διοίκηση, ο τουρισμός, οι εφαρμογές οικολογικών συστημάτων, η οργάνωση του ελεύθερου χρόνου, ο εθελοντισμός, η παιδεία κλπ. Από το στενό χωροχρονικό πλαίσιο του εργοστασίου, μεταβήκαμε στον αχανή μητροπολιτικό ιστό, που
πλέον μετατρέπεται στο κέντρο της παραγωγικής διαδικασίας των προϊόντων, των υπηρεσιών και των κοινωνικών σχέσεων. Από το χρηματιστικό κεφάλαιο του χθες στο διανοητικό κεφάλαιο του σήμερα, από το αμιγώς εμπορικό στο τεχνολογικό know
how, η μηχανή φαίνεται να παραδίδει τη σκυτάλη στον «εγκέφαλο», αφήνεται σε μεγάλο βαθμό στα χέρια της γνώσης. Οι παραπάνω μεταβολές επέφεραν σωρεία αλλαγών στο κοινωνικο-οικονομικό
σύστημα, αλλά στην κλασική ταξική πυραμίδα του προηγούμενο αίωνα, σε παγκόσμιο επίπεδο.
Σαφώς και ο βιομηχανικός πολιτισμός δεν έχει εξαλειφθεί ούτε βρισκόμαστε στο σημείο εκείνο που η παραγωγική διαδικασία είναι πλήρως αυτοματοποιημένη. Ακόμη όμως και στις περιοχές που η βιομηχανία κυριαρχεί, η διαχείρηση του κύκλου παραγωγής-κατανάλωσης, αλλά και της εργασίας σηλλήβδην, δεν έχει μείνει αλώβητη από τις μεταβολές του καπιταλισμού.
Εστιάζοντας στο δυτικό κόσμο, η αλυσίδα της παραγωγής έχει ξεφύγει προ πολλού απο το φορντικό μοντέλο, τη θέση του οποίου κατέκτησε η εργασιακή ευελιξία. Το κεφάλαιο, άυλο και μη,
δεν περιορίζεται στα στενά όρια των βιομηχανικών μονάδων, παρά εμφανίζεται διάχυτο. Στις βιτρίνες των πολυκαταστημάτων, στην τηλεόραση και στο διαδίκτυο, στη διασκέδαση, στα ΜΜΜ και πάει λέγοντας. Πέρα από τη μηχανιστική και μαρξιστική αντίληψη περί διπόλου κράτους και κεφαλαίου, η ανάπτυξη και επάνδρωση
των κρατών πραγματοποιείται μέσα από τη μισθωτή εργασία, τα τεχνολογικά μέσα , το χρήμα. Στα δομικά αυτά στοιχεία έρχονται να προστεθούν η κατασκευή συνειδήσεων και αξιών, αναγκών και επιθυμιών, διαποτισμένων με την κουλτούρα της κατανάλωσης.
Πλέον κάθε χτύπος του ρολογιού σημαίνει παραγωγικός χρόνος. Όλη η ζωή διαμορφώνεται με τρόπο τέτοιο, ώστε όχι μόνο ο εργάσιμος χρόνος να είναι καπιταλιστικός, αλλά ολόκληρη η μέρα να ανήκει στην οικονομία. Πέρα από τις συνειδητές στιγμές
(εργασία, ψώνια), μία από τις παραχωρήσεις της κυριαρχίας είναι ο λεγόμενος “ελεύθερος χρόνος”. Οι ώρες της μέρας ή και της εβδομάδας δηλαδή, τις οποίες θεωρητικά παύεις να είσαι ένα γρανάζι της παραγωγικής μηχανής και την αφιερώνεις σε εσένα και τους/τις “αγαπημένους/ες” σου.
Ο καπιταλισμός ξέρει. Μία “άνθρωπο-μηχανή”, που δουλεύει ασταμάτητα κάποια στιγμή θα “κλατάρει” Έτσι λοιπόν, παραχωρεί ένα διάστημα απαλλαγής. Οι ώρες αυτές, όμως, δεν μπορούν να πάνε χαμένες, με κάποιο τρόπο πρέπει να πέφτει λάδι στη μηχανή, να συνεχίσει να αξιοποιείται και να λειτουργεί. Το λάδι της στην προκειμένη προέρχεται από τη δική μας καταναλωτική συμπεριφορά. Υπάρχουν άπειρα παραδείγματα. Από τον απλό καφέ, τα χόμπι, το άραγμα σε ένα ζεστό “Cosy” σπίτι. Ό,τι και όπου κι αν κοιτάξουμε γύρω μας βλέπουμε αντικείμενα προς πώληση
και πελατειακές σχέσεις. Η ύλη, η γνώση, ακόμα και η επιβίωση.
Τα τελευταία χρόνια, με την τεχνολογία να αγκαλιάζει την κάθε μας κίνηση, ο κλοιός αυτός γίνεται ολοένα και πιο ασφυκτικός και οι έννοιες των όρων αλλάζουν. Σήμερα το εμπόρευμα δεν ταυτίζεται απαραίτητα με το αντικείμενο, κι αυτό γιατί έχουμε ξεφύγει ακόμα και από το καθιερωμένο πλαίσιο της καταναλωτικής διαδικασίας. Πλέον ένα scrolarisma στο διαδίκτυο επιφέρει κέρδος σε πληθώρα κολλοσών, μονάχα μέσα από τις διαφημίσεις. Άλλωστε, η κυριαρχία δε βλέπει το άτομο τόσο ως παραγωγό (με την παλαιά ανάγνωση του όρου) όσο ως καταναλωτή.
Τεράστια έκταση σε όλη αυτή την κοινωνικο-οικονομική μεταρρύθμιση καταλαμβάνει η πληροφορία. Ως υλική ποσοτητα παίρνει χώρο ως προϊόν είτε ως εμπόρευμα είτε ως επικοινωνιακό εργαλείου κοινωνικού ελέγχου είτε ως λειτουργικός συντελεστής των μηχανισμών της κυριαρχίας. Διανύουμε μια εποχή βασισμένη σε ένα δαιδαλώδες σύστημα data-στατιστικών δεδομένων.
Κατέχοντας, λοιπόν, πρωταγωνιστικό ρόλο πια, η πληροφορία συλλέγεται, μετατρέπεται σε προϊόν ή υπηρεσία και διοχετεύεται στην αγορά. Από τις διαδικτυακές έρευνες μέχρι τις “αθώες” διαφημίσεις, το καπιταλιστικό σύστημα φροντίζει να συγκεντρώσει
προσεκτικά τις διαθέσεις των καταναλωτών. Κάθε μας κίνηση (ιντερνετική και μη) καταγράφεται και αναλύεται ενδελεχώς για τη διαμόρφωση ενός χάρτη των προσωπικών μας σκέψεων και επιθυμιών. Τί μας αρέσει, με τί συμφωνούμε, πώς σκεφτόμαστε, με ποιά σειρά ιεραρχούμε τις καταναλωτικές μας “ανάγκες” και τελικά τί και με ποιό τρόπο θα μπορούσαν να μας πουλήσουν.
ΠΡΑΣΙΝΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ
Εντός αυτού του συνονθυλεύματος ανακατατάξεων προστίθεται ένα κομμάτι ακόμη. Μια νέα “κρίση”, η περιβαλλοντική ήρθε για να αποδείξει πως με τους σωστούς χειρισμούς, τα πάντα μπορούν
να σωθούν. Ό,τι “έσπασε” ο βιομηχανικός πολιτισμός τα προηγούμενα χρόνια, έρχεται τώρα να “κολληθεί” από τον επονομαζόμενο πράσινο καπιταλισμό.
Το τεχνοβιομηχανικό σύμπλεγμα, εδώ και κάμποσες δεκαετίες κατασπαράζει το φυσικό και ζωικό κόσμο για να ικανοποιήσει τα οικονομικά του συμφέροντα. Καπιταλισμός και σοσιαλισμός,
πάλεψαν κατά την εποχή του Ψυχρού Πολέμου συμβάλλοντας στην επέλαση και ανάπτυξη του. Βαριά βιομηχανία, εξορύξεις πρώτων υλών, πυρηνικά, οπλικά συστήματα έντυναν την τότε
περίοδο.Σήμερα όμως, έρχεται να “εξανθρωπιστεί”, να συμβαδίσει με την εποχή και ό,τι αυτή επιτάσσει.
Μέσα από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, βιοκαύσιμα, μονοκαλλιέργειες, ανακύκλωση, περιπλεγμένες έννοιες λειτουργίας, τοποθετήσεις περί περιβαλλοντικής προστασίας, αλλά και πρωτόκολλα όπως του Κιότο, τα τελευταία χρόνια,
το εναλλακτικό πράσινο μόρφωμα έχει εδραιώσει την παρουσία του. Το οικολογικό του προσωπείο έχει βοηθήσει τραγικά στην αύξηση του target group του, εντάσσοντας μέσα κι εκείνους που ίσως μάχονταν μια παλαιότερη μορφή του καπιταλιστικού συστήματος, μη φιλική προς το περιβάλλον. Η νέα αυτή ανάπτυξη διατείνεται πως θα επιλύσει το προβλήματα της κλιματικής αλλαγής, των κορεσμένων πηγών ενέργειας, προσφέροντας
ταυτόχρονα θέσεις εργασίας, δίνοντας την αίσθηση της συμμετοχής στους ευσυνείδητους που νοιάζονται για την πορεία του πλανήτη, ενώ προλειαίνει το έδαφος για την πρόοδο και περαιτέρω εξάπλωση μεγάλων, ισχυρών κεφαλαίων.
Μέσω διαφόρων “φουσκών” κάθε ευυπόληπτος πολίτης κοιμίζει τη συνείδηση του, θεωρώντας πως ξοδεύοντας λίγα παραπάνω χρήματα ρίχνεται στη μάχη για τη διάσωση του περιβάλλοντος. Όμως, όλο αυτό αποτελεί μια πλάνη, μιας και τις περισσότερες
φορές τα προϊόντα αυτά δε χαίρουν κάποιας τρομερά διαφορετικής μεταχείρισης σε επίπεδο ποιότητας. Πάλι παράγονται από καταστρεπτικά για το φυσικό κόσμο εργοστάσια, η ανακύκλωση τους περνά ξανά μέσα από αυτά, ενώ στην περίπτωση των βιολογικών προϊόντων, όλα ψεκάζονται με
“εναλλακτικές” χημείες. Είναι η ίδια τραγική
ειρωνεία, με την ένδειξη που αναγράφεται στις φωτεινές οθόνες των ΑΤΜ: “Χωρίς απόκομα αναγραφής υπολοίπου, για έναν πράσινο πλανήτη”.
Ένας νέος κόσμος επιλογών και εμπορευμάτων ορθώνεται
μπροστά μας, τρομερά επικερδής, αφού πουλά με το κιλό ευαισθητοποίηση και “αφύπνιση”, πλαισιωμένος από χαρούμενους πράσινους υποστηρικτές. Εύπεπτος προς το ευρύ κοινό, που συνεχίζει ακάθεκτο να καταναλώνει μπαμπού ποτηράκια, μεταλλικά καλαμάκια, εναλλακτικούς τρόπους διατροφής, όπως η χορτοφαγία και ο βιγκανισμός, ανανεώσιμη ενέργεια…
Κάθε νέα τάση που εμφανίζεται γίνεται κτήμα του καπιταλισμού, αναπτύσσεται και προωθείται.
Οι βιομηχανίες, τα εργοστάσια και κάθε προσπάθεια εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων, εναλλακτικών ή μη,
οδηγούν στην καταστροφή ολόκληρου του φυσικού και ζωικού κόσμου. Η τροφή για παράδειγμα, είναι μία από τις άμεσες ανάγκες και επαφές με τη φύση. Ωστόσο, μέσω της τεχνολογίας, ο άνθρωπος έχει αποκοπεί εντελώς από την εμπειρία αυτή, με τις αισθήσεις όπως εκείνη της γεύσης, που θα καθιστούσε κάθε τροφή ασφαλή ή μη, διαλυμένες. Τα πάντα προσαρμόζονται με
βάση τις απαιτήσεις των οικονομικών συμφερόντων, μέσω ομοιόμορφης παραγωγής. Αυτό όμως, έχει ως αποτέλεσμα, την καταστροφή της βιοποικιλότητας και άρα της ίδιας της φύσης. Η καθυπόταξη αυτής διαφαίνεται και μέσα από την εξημέρωση των ζώων, της δημιουργίας νέων εργαστηριακών ειδών και της μαζικής
εκμετάλλευσης τους (για τροφή, ένδυση, συντροφιά, προστασία ή ακόμη και θέαμα).
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ: ΤΟ ΟΠΛΟ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ
Ο ρόλος της τεχνολογίας πολλές φορές δεν είναι διακριτός από το σύνολο του εξουσιαστικού οικοδομήματος. Ουκ ολίγες φορές η τεχνολογία βαφτίζεται ευκολία, άνεση, ταχύτητα, διασκέδαση,
επικοινωνία. Παραγνωρίζεται, όμως, πως συνιστά δυνατό χαρτί του κεφαλαίου, λίθο του κοινωνικού ελέγχου, τεράστια δύναμη στα χέρια της εξουσίας. Κι αυτό δεν αφορά μόνο το σήμερα. Ανέκαθεν οι διάφορες καινοτομίες είχαν ως στόχο την ενδυνάμωση της κυριαρχίας σε όλα τα επίπεδα.
Η τεχνολογία είναι μια ενεργή κοινωνική σχέση, που μεταβάλλει την υλική βάση του υπάρχοντος σε όλα τα μήκη και πλάτη του. Δεν πρόκειται για κάτι εφήμερο, κάτι που εφαρμόζεται εδώ
κι εκεί, γενικά και αόριστα. Αλλά για κάτι απτό, αποτέλεσμα των αναγκών του εξουσιαστικού πλέγματος, ένα εχέγγυο των τεχνικών του δυνατοτήτων για τον έλεγχο των κοινωνικών συμπεριφορών, της εργασίας και της αγοράς, της ίδιας της ζωής.
Σήμερα πλέουμε στον ωκεανό της. Η τεχνολογία “νέας εποχής” επικεντρώνεται κυρίως στη διανοητική πλευρά κι όχι τόσο στη μηχανολογική. Στο κέντρο δεν τίθεται πλέον ο εργάτης, αλλά ο τεχνικός, ο επαΐων, ο επιστήμονας. Ο άνθρωπος εκείνος που κατέχει και αξιοποιεί τη γνώση. Πάνω σε αυτό το στοιχείο θεμελιώθηκε ο σχετικά καινούριος ρόλος του κεφαλαίου και οχυρώθηκε το σύγχρονο καπιταλιστικό σύστημα.
Στο παιχνίδι μπαίνουν δυναμικά και οι τεχνοεπιστήμες, όπως η γενετική και η βιοτεχνολογία, η ρομποτική και η νανοτεχνολογία, που εισχωρούν στην πραγματικότητα και τη διαμορφώνουν από την αρχή. Οι γενετικές τροποποιήσεις, η αυτοματοποίηση,
οι χειρισμοί σε ατομικό και μοριακό επίπεδο, που κάποτε φάνταζαν απλώς δυστοπικά οράματα, μέρα με τη μέρα κερδίζουν έδαφος. Τεράστια ποσά επενδύονται ετησίως από κράτη και ιδιώτες, πάντοτε με γνώμονα τη μεγιστοποίηση των κερδών τους, την επίτευξη του ολοκληρωτικού ελέγχου πάνω στη φύση και τα έμβια
όντα, καθώς και την ισχυροποίηση τους.
Μέσα από όλα τα ακατανόητα τεχνο-επιστημονικά επιτεύγματα, δημιουργείται ένας βασικός διαχωρισμός. Από τη μια πλευρά διακρίνεται η ελίτ των ανθρώπων που κατέχουν τη γνώση για την παραγωγή και τη λειτουργία τους κι απέναντι η πλειοψηφία που
βαυκαλίζεται πως γνωρίζει, ενώ στην ουσία απλώς την καταναλώνει, με ένα κλικ, ένα βλέμμα, υιοθετώντας μια έτοιμη φόρμα.
Κι ενώ οι καιροί επιτάσσουν ευελιξία και προσαρμοστικότητα, η παραπάνω περίπτωση είναι το παραθυράκι της κυριαρχίας, που επιζητά και προστάζει την υψηλή κατάρτιση. Όχι για όλους, αλλά
για τους λίγους κι εκλεκτούς. Την κατάρτιση και την εξειδίκευση, που παρέχεται από την επιστημονική γνώση και θα λειτουργήσει προς όφελος της εξουσίας τόσο σε κοινωνικό όσο και σε οικονομικό επίπεδο.
Ούσα, πλέον, κεντρική αρτηρία του καπιταλιστικού συστήματος, που στελεχώνει τις σύγχρονες κοινωνίες, η τεχνολογία τροφοδοτεί διαρκώς τη μέγα μηχανή, με νέες μεθόδους, τεχνικές, εμπορεύματα κατακτώντας ολοένα και περισσότερα πεδία της ζωής μας. Δεν πρόκειται για κάτι αυθύπαρκτο, μα για το απαύγασμα των αναγκών της κυριαρχίας, που αναπαράγεται και
λειτουργεί μόνο μέσα στις συνθήκες που εκείνη ορίζει. Ας μη καταφεύγουμε, λοιπόν, σε σοφιστείες περί του ρόλου της, προσπαθώντας να κρατήσουμε κάποια προνόμια που θεωρητικά μας παρέχει.
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΤΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΠΕΔΙΟ
Η αφομοίωση της εργασιακής ηθικής ξεκινά από πολύ μικρή ηλικία. Το σχολείο αποτελεί ένα εργοστάσιο μαζικής παραγωγής εργατών/τριών, υπαλλήλων, μεγαλό-αφεντικών κ.ο.κ.. Εκεί,
μαθαίνουμε πως ο μόνος τρόπος να ζούμε είναι μέσα από τη δουλειά και τίποτα δεν μπορεί να αντιτεθεί σε αυτόν τον κανόνα. Πρόκειται για την “κορωνίδα” της ζωής, το μέσο πραγμάτωσης,
κοινωνικοποίησης, τη μια και μοναδική σταθερά μας.
Όλοι έχουν μια θέση στο χωρο-χρόνο της εργασίας, αρκεί να διαθέτουν χαρακτηριστικά, όπως η παραγωγικότητα και η υπακοή. Ο μελετηρός του σήμερα συνιστά τον υψηλά ιστάμενο του αύριο, ενώ κάποιος μη διαβαστερός, θα γίνει ο τίμιος και δουλευταράς χειρώνακτας. Κοινός παρονομαστής τους: η ολοκληρωτική αφοσίωση στο θεσμό της.
Δε θα αναφερθούμε εκτενέστερα στους τρόπους και στα μέσα με τα οποία η εκπαίδευση επηρεάζει και διαμορφώνει τα άτομα, μέσω του ανταγωνισμού, της τιμωρίας και της επιβράβευσης, αλλά στο πως τελικά ολόκληρη η ύπαρξη μας φτάνει να δουλεύει, πατώντας αρχικά στην ανάγκη για επιβίωση, για την πραγματοποίηση των καπιταλιστικών ονείρων και των κοινωνικών υποχρεώσεων.
Η εργασία είναι χαρά, ψυχοθεραπεία, απελευθέρωση, φορέας κοινωνικοποίησης, έμφυτη στα ανθρώπινα όντα. Αυτές είναι λίγες μόνο φράσεις που ακούμε καθημερινά και έρχονται να κανονικοποιήσουν και να επικυρώσουν την αναγκαιότητα της, σε ένα κόσμο που μετρά τα πάντα με βάση το κέρδος.
Η ανέλιξη στην κοινωνική πυραμίδα, το “shopping-therapy”, τα ακριβά γούστα και η καλοπέραση, στο σύγχρονο πολιτισμό, έχουν μετατραπεί στην κινητήριο δύναμη ενός θεσμού, που πλέον μετρά
χιλιάδες χρόνια και στελεχώνει με επιτυχία το οικοδόμημα της κυριαρχίας.
Ανέχεια και αφθονία, ο κακός και καλός μπάτσος, που μας υπενθυμίζουν γιατί, αλλά και πως πρέπει να εργαζόμαστε για να κερδίσουμε “ό,τι μας αξίζει” μέσα στο καπιταλιστικό σύστημα. Είτε με το θεμιτό είτε με τον αθέμιτο τρόπο, το χρήμα οφείλει να ρέει.
Αφενός, η φτώχια επιβάλλει την εργασία, με την άμεση
βία της ανάγκης, ενώ η αφθονία με τρόπο έμμεσο, με
την υπόδειξη της διατήρησης μιας υλικά άνετης και
πολυτελούς ζωής.
Όσοι έχουν θέλουν να αβγατίσουν και όσοι στερούνται
πρέπει να φτάσουν εκεί που δεν μπορούν. Η ζωή
μετατρέπεται σε κυνήγι υλικής ευτυχίας.
Τα κοινωνικά μπράβο και τα “πατ-πατ” που κάνουμε
ο ένας στην πλάτη της άλλης, είναι το αναλγητικό
ναρκωτικό, που μας κάνει να νιώθουμε χρήσιμες/χρήσιμοι, μέσω της δουλειάς μας. Είτε είμαστε τα “εργατικά φτωχόπαιδα” είτε οι “άξιοι επαγγελματίες” είτε ακόμη ακόμη οι “επιτυχημένοι επιχειρηματίες”, υπάρχει πάντα η επιβράβευση, που μας κάνει να
συνεχίζουμε να ρίχνουμε λάδι στη μηχανή αυτή, αποτελώντας γρανάζι της ή τον ίδιο της τον “εγκέφαλο”.
Προκειμένου να ψυχολογικοποιηθεί η παραγωγικότητα,
σ’ έναν κόσμο που τίποτα δεν αποκτιέται χωρίς την εργασία, καθένας και καθεμία που αποκλίνει απ΄ το προκαθορισμένο χαρακτηρίζεται τεμπέλης. Η τεμπελιά λογίζεται ως αδυναμία ή βλακεία και συνοδεύεται συνήθως από ενοχές, αντί να θεωρείται μία σωτήρια ανάπαυλα στα εντατικοποιημένα παλαμάκια που μας
βαράει η κυριαρχία. Πιστός κάθε υπήκοος αντλεί υπομόνη απ’την ελπίδα της σύνταξης, της αρρώστιας ή ακόμα χειρότερα του θανάτου, για να βάλει τέλος στην κούραση του.
Ο μόνος τρόπος να χαλάσουμε τους υπολογισμούς τους, είναι να υιοθετήσουμε την καλή συνείδηση της τεμπελιάς, να γίνουμε ανεπρόκοποι, χαραμοφάηδες, να μη ζήσουμε σα δούλες!
ΠΕΡΙ ΕΛΑΣΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗΣ
Χαρακτηριστικό της νέας εποχής του κεφαλαίου αποτελεί η ελαστικοποίηση και η προσαρμοστικότητα. Η χαμηλή εξειδίκευση και η μη καθαρή επαγγελματική κατάρτιση, με εξαίρεση
βέβαια εκείνους που θα ακολουθήσουν τον ακαδημαϊκό ή επιστημονικό δρόμο, είναι γεγονός. Ελαστικά και απελευθερωμένα ωράρια, “Λευκές Νύχτες”, Κυριακάτικη εργασία, προγράμματα voucher και κοινωφελούς εργασίας δεσπόζουν στην οικονομία του σήμερα.
Μέσα από αυτές τις μετατροπές, το κεφάλαιο
κατάφερε να ξανά-ισχυροποιηθεί (επειτά από την
πετρελαϊκή κρίση του ’70) και να επιλύσει και
σε μεγάλο βαθμό το ζήτημα της ανεργίας, αφού η
ευελιξία λειτουργεί ως δεξαμενή αφομοίωσης των
ανέργων και ανειδίκευτων.
Η εργασία άλλαξε τελείως ρότα και μορφή. Συγκεκριμένα, η ψηφιοποίηση και αυτοματοποίηση μεγάλου μέρους του βιομηχανικού παραγωγικού σχηματισμού οδήγησε σε μείωση του εργατικού δυναμικού, χωρίς όμως η αποβολή των εργαζομένων να ισοδυναμεί με έξοδο από τον κόσμο της εργασίας. Πρόκειται απλώς για μια ενδοκαπιταλιστική μεταρρύθμιση, καθώς το
εργατικό δυναμικό, ευέλικτο πια διοχετεύεται, βραχυπρόθεσμα μεν άμεσα δε, εκεί που θα φανεί αποτελεσματικό κι έπειτα θα μεταπηδήσει κάπου αλλού, για να προσφέρει. Έτσι, φαίνεται πως
μετά από μεγάλες κρίσεις καπιταλιστικό σύστημα και κεφάλαιο, με τη συμβολή της τεχνολογίας μετέβαλλαν τις επικρατούσες περιβαλλοντικές συνθήκες, καταφέρνοντας να ορθοποδήσουν
και να κερδίσουν ακόμη περισσότερη δύναμη, δημιουργώντας κάτι εκ νέου.
Κι αν κάποτε η απόδραση από την εργασία ξεκινούσε με το τέλος του 8ωρου, σήμερα κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό. Πλέον το 24ωρο μπορεί να περιστρέφεται γύρω από τη δουλειά, μιας και υλικά όρια της ξεφεύγουν από εκείνα που κάποτε είχαν οριστεί. Πληθώρα
διεργασιών πραγματοποιούνται εκτός του χωρικού της πλαισιού. Τηλεδιασκέψεις, παρουσιάσεις, e-mail, συμφωνίες, μπορούν να διεκπεραιωθούν ηλεκτρονικά από την άνεση του καναπέ, με τη βοήθεια του κινητού στο δρόμο, στη βόλτα, ανά πάσα ώρα και στιγμή. Παράλληλα αυξάνεται και ο έλεγχος. Μέσα από τις κάμερες που ευλαβικά παρακολουθούν τα αφεντικά, τις κάρτες εισόδου και τους σεκιουριτάδες, τις αξιολογήσεις και επιβραβεύσεις των άξιων και προκομμένων.
ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΜΟΣ
“Τι είναι το συνδικάτο; Μια ομαδοποίηση στην
οποία συνενώνονται κατά επαγγελματικό κλάδο
αυτοί που έχουν υποστεί την κτηνωδία, σε μια
προσπάθεια να κάνουν λιγότερο ανυπόφορες τις
σχέσεις μεταξύ αφεντικών και εργαζομένων.
Υπάρχουν δύο πιθανότητες: να αποτύχουν, οπότε
η φιλότιμη προσπάθεια θα είναι άκαρπη, ή να
επιτύχουν, οπότε η συνδικαλιστική προσπάθεια θα
είναι επιβλαβής καθώς αυτοί οι άνθρωποι έχουν
κάνει την κατάσταση τους λιγότερο ανυπόφορη και
ως εκ τούτου θα έχουν δώσει παράταση ζωής στην
παρούσα κοινωνία”
-Paraf Javal
Αναπόσπαστο τμήμα της εργασίας είναι και ο συνδικαλισμός. Μια ελευθερία που παραχωρεί η ίδια η εξουσία στους υπηκόους, που λειτουργεί ως βαλβίδα αποσυμπίεσης σε κρίσιμες περιόδους.
Χρήσιμος για τα αφεντικά και κατα πώς φαίνεται αναγκαίος για τους εργαζομένους, δεν κοιτά ποτέ πέρα από την εργασία, παρά πολεμά ανηλεώς για τη διατήρηση της τάξης εντός του κοινωνικοοικονομικού πλέγματος.
Το συνδικάτο, οργανωμένο σώμα, με τυπική ή όχι ιεραρχία, που αναλαμβάνει γραφειοκρατικά ζητήματα, είναι εκείνη η θεσμική φόρμα που θα προασπίσει τα συμφέροντα του εργατικού
δυναμικού. Διευθυντικά στελέχη σε αγαστή συνεργασία με τους φορείς της εξουσίας, διαπραγματεύονται την ανανέωση της τιμής
της εργασίας κι όχι την κατάλυση της. Θα φροντίσουν, λοιπόν, να παραχωρήσουν δικαιώματα και ελευθερίες, στο βαθμό που το
ίδιο το κράτος επιθυμεί, λειτουργώντας ως πυροσβεστήρας απέναντι στις άγριες διαθέσεις.
Η διαρκής απεργία θα καταλήξει 48ωρη, ο αγώνας θα παραμείνει αιτηματικός, οι καταστροφές, εάν και εφόσον αρχίσουν, θα τερματιστούν σε πολύ πρώιμο στάδιο. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες γεννιέται και η ψευδεπίγραφη αίσθηση της συμμετοχής των
συνδικαλιζόμενων, η οποία παραμένει πάντοτε στο πλαίσιο της αστικής νομιμότητας.
Πρόκειται για την πλήρη υποταγή κι ενσωμάτωση στο σύστημα της εκμετάλλευσης. Ακόμη κι αν μιλάμε για αναρχοσυνδικαλισμό, η εργασία στον πυρήνα της δεν αμφισβητείται, απλώς παρουσιάζεται ντυμένη με εύηχους χαρακτηρισμούς.Η μείωση του
ωραρίου, οι καλύτερες συνθήκες και οι υψηλότεροι μισθοί δεν μπορούν να προκριθούν ως επαναστατικά εργαλεία. Τα εργασιακά συμφέροντα δεν ήταν ποτέ απελευθερωτικά. Το ζήτημα είναι να κοιτάξουμε πέρα αυτά, να οργανώσουμε την καταστροφή της εργασίας, της οικονομίας, του τεχνικού συστήματος κι όχι να
αναζητήσουμε την “Εδέμ” μέσα σε αυτές.
Από την κινητοποίηση στη γενικευμένη σύγκρουση ο δρόμος είναι μακρύς, και μέσα δε χωράνε ταυτότητες, μεσάζοντες, ωραιοποιημένοι θεσμοί.
ΠΡΟΣΚΟΛΛΗΣΗ ΣΤΟ ΧΘΕΣ
Η καπιταλιστική αναδιάρθρωση είναι τέτοια που η προσκόλληση σε παρωχημένες έννοιες και αναλύσεις λίγη σημασία έχει. Έννοιες δυναμικές, που μεταπλάστηκαν μέσα στο χρόνο, όπως προλεταριάτο, εργατική τάξη, συνδικαλισμός, αυτοδιαχείριση.
Ο βιομηχανικός κόσμος του προηγούμενου αιώνα, που στηριζόταν εξ’ολοκλήρου στη χωροχρονική δομή του εργοστασίου, του λιμανιού, του ορυχείου έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί. Οι σχέσεις που
αναπτύσσοταν μεταξύ του εργατικού δυναμικού, η συσπείρωση γύρω από την ανάγκη του ανήκειν σε μια ομάδα, την ανέχεια και την καταπίεση, που ίσως πυροδοτούσαν το συλλογικό αίσθημα προς τις ταραχές , το δίπολο της συνεχούς ισχυροποίησης
των καπιταλιστικών δομών και η υποτιθέμενη αναγκαιότητα αντίστασης μέσω του συνδικαλισμού, έχουν εξαφανιστεί εντελώς από το προσκήνιο
Η κονιορτοποίηση του κεφάλαιου και η διάχυση του, κατέστρεψαν και τα τελευταία ψήγματα αυτών των ιδεών.
ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΑ ΜΟΝΤΕΛΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ
Σε αυτό το σημείο, οφείλουμε να αναφερθούμε και σε προτάσεις οικονομικών μοντέλων, διαφορετικού τύπου οργάνωσης, που ξεπηδούν ολοένα ως επαναστατικές πρακτικές και παρότι δομούνται αντι-ιεραρχικά, αντιθεσμικά και με όρους αλληλεγγύης, διατηρούν την αλυσίδα παραγωγής κατανάλωσης. Για εμάς όμως, η διατήρηση αυτού του δεσμού, αποτελεί στην ουσία, τη διαιώνιση
σωρείας εξουσιαστικών συμπλεγμάτων, που εμποτίζουν κάθε φάσμα του βίου, που ξεκίνα από την εργασία και φτάνει ως τον χρόνο κατανάλωσης και διασκέδασης, που από μόνα τους ορίζονται μέσω ατόπου απαγωγής από της ίδια την εργασία με σκοπό την εξοικονόμηση της φυσικής κούρασης. Άλλωστε, κάθε μοντέλο, σύστημα και πλαίσιο, μας εγκλωβίζει, μας κάνει να ασφυκτιούμε και να περιοριζόμαστε.
Η κριτική αυτή από μεριάς μας, στις εναλλακτικές οικονομίες και την αυτοδιαχείριση, εν γένει, δεν έχει καμία πρόθεση εκμηδένισης της όποιας προσπάθειας απαλλαγής από τα αφεντικά (π.χ.
κολεκτίβες), μιας και αναγνωρίζουμε την εργασιακή καταπίεση ως μία από τις πολλές που υφίστανται σήμερα. Οι μαζικές απεργίες (π.χ. Σικάγο 1886), και τα σαμποτάζ, είναι μέσα αγώνα που στόχο έχουν αφενός να μην παραχωρήσουν στον εχθρό παραπάνω
προνόμια και να καλυτερέψουν τις συνθήκες της σύγχρονης δουλείας και αφετέρου να αποτελέσουν την αφορμή, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις, για εξέγερση και περαιτέρω ζύμωση. Η έννοια του συνδικαλισμού εξάλλου, ιστορικά αγκαλιάστηκε από τους αναρχικούς ανά τον κόσμο, όμως πάνω στην έννοια της αλληλεγγύης και του συντεχνιασμού και όχι της ταξικής πάλης, αφού η ρήξη μας με το υπάρχον ξεπερνά τα στεγανά της τάξης και προσγειώνεται στη συνείδηση του κάθε ατόμου χωριστά. Δηλαδή χρησιμοποιήθηκε για τη μερική καλυτέρευση των συνθηκών επιβίωσης και όχι ως λύση ή
επαναστατική πρακτική.
Ωστόσο, πάντοτε καραδοκεί ο κίνδυνος της αφομοίωσης. Η κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής και κατ’ επέκταση της ίδιας της σκλαβιάς, δε θα μπορούσε να μην οδηγεί και πάλι στην εξειδίκευση, τον καταμερισμό της εργασίας και τον καριερισμό αφού και πάλι κάποιοι θα’ χουν το ρόλο του παραγωγού που έχει
εξειδικευτεί κατέχοντας τη γνώση και κάποιοι του παθητικού καταναλωτή. Η έννοια αυτή προετοιμάζεται επισταμένα από το σχολείο όπου το εμπόρευμα της γνώσης θα λειτουργήσει αργότερα ως εφόδιο για τη μελλοντική επαγγελματική κατάρτιση. (μεταπτυχιακό,μάστερ,διδακτορικό κλπ.).
Ακόμη, οι χώροι εργασίας είναι εν γένει εχθρικοί σε μας, αφού μέσα σε αυτούς, επιβάλλεται η πειθαρχία, η συστηματικότητα, το πρόγραμμα και η συμμόρφωση στις επιταγές του συνόλου. Έτσι, διαλύεται κάθε είδος ατομικής πρωτοβουλίας και διαφορετικότητας, σε βαθμό ισοπέδωσης. Όλη αυτή η διαδικασία, οφείλει να προσαρμόζεται στις ανάγκες της αγοράς, ώστε το
εκάστοτε εγχείρημα να είναι ανταγωνιστικό και άρα επικερδές. Επομένως, συσπειρώνεται και αυτό γύρω από το κεφάλαιο και στοχεύει μόνο στην εξάλειψη των μεσαζόντων και όχι συνολικά της οικονομίας, του εμπορεύματος και του καταναλωτισμού, τα οποία είναι υπεύθυνα για την ύπαρξη της εργασίας και άρα της εργασιακής καταπίεσης. Η αυτοδιαχείριση, δηλαδή, των
μέσων παραγωγής, διασφαλίζει ορισμένα προνόμια όμως
,ποιός από μας θα’ θελε να γίνει δυνάστης, αρχικά του ίδιου του του εαυτού και κατ’ επέκταση του σάπιου τούτου κόσμου;
Η ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΜΕΣΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ
Η διαφορετικότητα είναι το χάος, η άρνηση των κανόνων, η αναρχία. Όμως, πως μπορώ να φέρω το χάος μέσα στην παραγωγή και στον αγώνα αν χρειάζομαι μέσα παραγωγής και αγορές από τη μια πλευρά και από την άλλη χρειάζομαι ένα επιθετικό σχέδιο; Δεν μπορώ. Να γιατί κάθε συζήτηση για την
αυτοδιαχείριση είναι προορισμένη να απομακρυνθεί από τη διαφορετικότητα, να συμβιβαστεί με το χάος, να οργανώσει και να παράξει μοντέλα δράσης.
-Alfredo M. Bonanno
Η εναντίωση στη μηχανή ισοδυναμεί σε ένα βαθμό με την άρνηση του υλικού. Μια άρνηση που ούτε ανήκει στη σφαίρα του μυστικισμού ούτε αγγίζει τα όρια του υποκειμενισμού.
Από το 18ο-19ο αιώνα συναντάμε παραδείγματα καταστροφής των μηχανών, μια εξέγερση ενάντια στη μαζική-εκμηχανισμένη παραγωγική διαδικασία. Παρόλα αυτά το πρόταγμα μας δεν πηγάζει από κάποια αναγκαιότητα αναβίωσης του λουδισμού, που είχε μια εντελώς διαφορετική αφετηρία και στόχευση. Αυτό βέβαια δε σημαίνει πως μέσα στον καπιταλισμό, τα σαμποτάζ, οι καταστροφές και οι διαρκείς απεργίες δεν αποτελούν μέσα αγώνα.
Τα παραγωγικά μέσα, αυτοματοποιημένα ή μη είναι εκείνα που προασπίζουν τη συνέχιση της μαζικής παραγωγής και κατ’ επέκταση της κατανάλωσης, άρα και το όποιο οικονομικό σύστημα, κυρίαρχο ή εναλλακτικό, την καταστροφή του φυσικού και ζωικού κόσμου, αλλά και τη συνέχιση της εργασίας, που
είτε χαρακτηρίζεται με όρους μαρξιστικούς είτε καπιταλιστικούς συνιστά φαύλο κύκλο. Ένα κύκλο καταπίεσης και εκμετάλλευσης, που θα συνεχίζει ατέρμονα και μετά το πέρασμα της εξουσίας σε
διαφορετικά χέρια.
Εστιάζοντας ακόμη περισσότερο στο σήμερα, μιλάμε για μια πολυσχιδή και ελατή παραγωγή, που αγγίζει ένα ευρύ φάσμα, υλικό και άυλο. Εν πρώτοις κρίνεται ήδη δύσκολο να προσδιορίσουμε ποια είναι τα μέσα, που χρησιμεύουν, τί παράγουν και για ποιό σκοπό. Ακόμη κι αν το πετύχουμε, συνειδητοποιούμε πως το σύμπλεγμα αυτό πέρα από δαιδαλώδες, τάσσεται ολοκληρωτικά στην υπηρεσία της εξουσίας κι αυτό είναι κάτι που δεν πρόκειται να αλλάξει. Η ουδετερότητα των μέσων, που παρουσιάζεται ως νομοτελειακή υποβαθμίζει την εγγενή ανάπτυξη των εργαλείων της κυριαρχίας. Η αυτοδιαχείριση τους οδηγεί στην αυτοεκμετάλλευση, για λογαριασμό της γνώσης και συντήρησης του τεχνικού συστήματος, προάγοντας ένα ιδιότυπο καθεστώς εξειδίκευσης, που αργά ή γρήγορα οδηγεί στην αφομοίωση και αλλοτρίωση του ατόμου-παραγωγού.
Και στην τελική τί είναι αυτό που καλούμαστε να αυτοδιαχειριστούμε; Τα ερευνητικά εργαστήρια; Τις εξορυκτικές δραστηριότητες πηγών ενέργειας και πρώτων υλών; Τις βιομηχανίες διαφόρων εμπορευμάτων; Την πληροφορία και τη γνώση; Κάθε ιδεολόγημα που εξυμνεί την παραγωγική δύναμη, ακόμη κι αν εμπίπτει σε εναλλακτικές μορφές ιδιοκτησίας
των μέσων (κοινοτισμός, κρατικός καπιταλισμός, αντιεξουσιαστικός σοσιαλισμός, αυτοδιαχείριση με ή χωρίς αγορά) δεν θα είναι ποτέ σε θέση να οδηγήσει την κατάλυση της ιδιοκτησίας, της εργασίας και της οικονομίας.
Ίσως, η παραδοχή πως είμαστε βαθιά υλιστές, πως φοβόμαστε να χάσουμε την υποτιθέμενη βολή που μας προσφέρει απλόχερα το τεχνικό σύστημα και για αυτό δυσκολευόμαστε να το καταστρέψουμε, μας βοηθήσει να προχωρήσουμε και να αποδομήσουμε την αξία του υλικού.
Ο βόρβορος των καταπιεστικών συνθηκών δε θα σταματήσει να μας βυθίζει μέσα του με την απαλλοτρίωση των μέσων καταδυνάστευσης μας. Η ιδιοποίηση τους δεν ήταν ποτέ στο πρόγραμμα μας. Πρόκειται για κάτι a priori εχθρικό που οφείλουμε να αφανίσουμε. Γιατί ακόμη κι αν θεωρητικά αποδεχτούμε πως η ιδιοποίηση και η χρήση τους σε μια παρελθούσα εποχή θα οδηγούσε δυνητικά σε κάτι καλύτερο από το ήδη υπάρχον (σίγουρα, όμως, όχι αναρχικό), σήμερα δεν μπορούμε καν να αναλωθούμε στη σκέψη.
Οι τεχνολογίες και τα μέσα που στηρίζουν την οικονομία και κατ’επέκταση το σύμπλεγμα της εξουσίας εν γένει, δεν μπορούν να έχουν οποιαδήποτε χρήση επαναστατικού χαρακτήρα. Πρόκειται για διεργασίες που εξελίσσονται διαρκώς, με υπερβολική ταχύτητα, που μας βομβαρδίζουν καθημερινά προσπαθώντας να μας καταπιούν και μας κάνουν κομμάτι τους. Το ζήτημα δεν είναι να γίνουν κτήμα μας, να τις ιδιοποιηθούμε,
να τις χρησιμοποιήσουμε προς όφελος μας. Όχι μόνο γιατί ποτέ δε θα είμαστε σε θέση να κατανοήσουμε πλήρως τις λειτουργίες τους, αλλά γιατί ανέκαθεν συνιστούσαν όπλα της εξουσίας. Και σε αυτά δεν απαντάμε με αυτοδιαχείριση, αλλά με επίθεση.
ΦΥΛΑΚΗ ΚΑΙ ΕΡΓΑΣΙΑ
Η δικτατορία της οικονομίας καλύπτει ακόμα και
τις φυλακές (αυτές με το χαριτωμένο ψευδώνυμο:
“σωφρονιστικά καταστήματα”). Τί πιο όμορφο και
ανθρωπιστικό από το να διδάσκεις σε άτομα με
παραβατική συμπεριφορά την αγνή και αμόλυντη
ηθική της εργασίας.
-Π. Γεωργιάδης
Η εργασία, οι χρηματικές δοσοληψίες, η εκμετάλλευση δε θα μπορούσαν να απουσιάζουν από μια μεγάλη επιχείρηση όπως η φυλακή. Ανέκαθεν οι κρατούμενοι συνιστούσαν αναλώσιμα υλικά για την εξουσία και τους μηχανισμούς της. Υλικά που δε θα μπορούσαν να αφήσουν ανεκμετάλλευτα. Η δουλειά, η αγορά και ο ανταγωνισμός συνεχίζουν να υφίστανται και μέσα από τα κάγκελα, με τους έγκλειστους και τις έγκλειστες να μετατρέπονται
σε παραγωγικές μονάδες και κατόπιν σε καταναλωτικό κοινό, αφού το εμπόρευμα επεκτείνεται και μέσα από τα κάγκελα.
Βαφείς, ηλεκτρολόγοι, καθαριστές, μάγειρες, παραγωγοί προϊόντων…τα πόστα φτάνουν για όλους. Σαφώς υπάρχει και η αντίστοιχη ανταμοιβή. Μείωση ποινής, μερικές ώρες ελευθερίας, χρηματικές απολαβές γίνονται το καλύτερο μέσο πειθάρχησης κι ενίοτε εκφοβισμού. Ένα αντάλλαγμα, που πολλές φορές λειτουργεί
σαν υπνωτικό, ενώ ταυτόχρονα το ηθικό δίδαγμα της εργασίας εσωτερικεύεται στη συνείδηση του κρατούμενου-σκλάβου.
Πιο συγκεκριμένα, η εργασία εντός των τειχών έρχεται να πατήσει πάνω σε δυο θεμελιώδη ένστικτα. Στο ένστικτο της επιβίωσης και κατ’ επέκταση της ελευθερίας. Η εργασία στη φυλακή εξασφαλίζει ένα χρηματικό απαραίτητο χρηματικό ποσό είτε για τη διαβίωση του ατόμου πίσω από τα κάγκελα είτε για την επιβίωση του όταν βρεθεί έξω από αυτά. Το στίγμα που συνοδεύει την κάθειρξη δυσχεραίνει την επιβίωση του έγκλειστου σε μία κοινωνία που ακόμα και οι βασικές ανάγκες κοστολογούνται. Η δουλειά
εμφανίζεται ως μεσσίας απέναντι στην ανέχεια και την περιθωριοποίηση που περιμένει τον φυλακισμένο.
Ταυτόχρονα, τα μεροκάματα υπόσχονται μερικές ανάσες ελευθερίας, καθώς και μείωση του χρόνου τέλεσης της ποινής. Επιθυμίες ιδαίτερα έντονες για έναν αιχμάλωτο. Ως αποτέλεσμα, η πειθαρχία εισβάλλει στη συνείδηση του κρατούμενου, καθορίζει τη συμπεριφορά του. Η λειτουργία του ιδρύματος δεν διαταράσσεται
και η τάξη κυριαρχεί στα μυαλά και τα σώματα.
Η εργασία στα κελιά του “σωφρονισμού” δεν είναι μία ιδέα καινούργια. Από το 1800 συναντάμε φυλακές και αναμορφωτήρια, τα οποία τη χρησιμοποιούσαν ως κομμάτι της λειτουργίας και της φιλοσοφίας τους. Στο σήμερα, όμως, έχει λάβει νέα μορφή. Παλαιότερα ήταν χαρακτηριστικό το στοιχείο των σκληρών συνθηκών, ενώ σε κάποιες φυλακές ήταν εξαναγκαστική. Σήμερα η εργασία στις φυλακές αποτελεί κοινωνική πρόνοια. Με τη στροφή στο δικαιωματισμό, τα ιδρύματα έπαψαν να έχουν φανερά τιμωρητικό χαρακτήρα και η κυριαρχία ισχυρίζεται ότι έργο τους πλέον θα έπρεπε να είναι η κοινωνική και επαγγελματική επανένταξη όσων απομονώνονται σε αυτά. Οι κρατούμενοι εκπαιδεύονται σε διάφορα επαγγέλματα προκειμένου να γίνουν
πειθήνιοι, ήσυχοι και εργατικοί, με απώτερο σκοπό την ομαλή επιστροφή στη σύγχρονη σκλαβιά. Έτσι, οι μηχανισμοί της εξουσίας επαναπροσδιορίζουν τους “παρίες” της κοινωνίας, ωθώντας τους ξανά προς την
υποταγή.
Επιπλέον, σε διάφορες χώρες, όπως για παράδειγμα στις Η.Π.Α., οι περισσότερες ιδιωτικές φυλακές νοικιάζουν τους κρατούμενους ως φτηνό εργατικό δυναμικό σε εταιρείες – κολοσσούς (Mc Donalds’, Wal-Mart, Pfizer, Victoria Secret, Starbucks, Pepsi, Microsoft, Nintendo, Shell κ.α.), οι οποίοι δουλεύουν καταναγκαστικά στον τομέα της παραγωγής προϊόντων τους.
Η ΛΗΣΤΕΙΑ ΩΣ ΟΠΛΟ ΤΩΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΩΝ
Η ληστεία δεν αποτελεί αμιγώς αναρχική πρακτική, σίγουρα όμως, μπορεί να γίνει όπλο στα χέρια ενός επαναστάτη. Όχι για μια ζωή μέσα στη χλιδή, στην άνεση και στην απάθεια. Αλλά, για ένα βήμα
προς το δρόμο της απόδρασης από το χωρο-χρόνο της εργασίας και την αφοσίωση στον αγώνα για την αναρχία. Μπορεί, λοιπόν, να πρόκειται για μια ατομική επιλογή, που όμως δε στοχεύει στην
παραίτηση και στην αφομοίωση από το καπιταλιστικό σύστημα, αλλά σε μια συνολική απελευθερωτική προοπτική.
Η απαλλοτρίωση των ναών του χρήματος (καπιταλιστικοί κολοσσοί, ταμεία τραπεζών, κρατικά ιδρύματα κοκ), έρχεται σε πρώτο χρόνο να προσφέρει τη σύγκρουση με το εξουσιαστικό
σύμπλεγμα. Ο αναρχικός ληστής σπάει τα όρια της νομιμότητας και αρπάζει από την κυριαρχία, με απώτερο σκοπό να της επιτεθεί ολοκληρωτικά.
Η συνεισφορά στο επαναστατικό ταμείο, λοιπόν, αποτελεί ένα λιθαράκι στο διάχυτο αγώνα ενάντια σε κάθε εξουσία, αφού παρέχει τους απαραίτητους πόρους για τη συνέχιση της επαναστατικής δράσης.
Παράλληλα, η άρνηση της μισθωτής εργασίας παίρνει σάρκα και οστά μέσα από τις απαλλοτριώσεις. Η αλυσίδα της παραγωγής σπάει και το σύστημα, έως ένα βαθμό, αποσταθεροποιείται. Χωρίς βέβαια, αυτό να μεταφράζεται στη συθέμελη καταστροφή της παραγωγικής και καταναλωτικής διαδικασίας, του κεφαλαίου, της
ίδιας της οικονομίας. Παρόλα αυτά, δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε πως κάθε μικρή ρωγμή στο υπάρχον συμβάλλει στον πόλεμο ενάντια στο εξουσιαστικό οικοδόμημα.
ΑΝΤΙ-ΕΠΙΛΟΓΟΥ
Μεταξύ δουλειάς και δουλείας,
η διαφορά βρίσκεται στον τονισμό
Η πραγματικότητα που βιώνουμε έχει σαφή γνωρίσματα. Ζούμε σε μία κοινωνία που επικυρώνει κάθε στιγμή την εδραίωση της εξουσίας σε όλες τις πτυχές της καθημερινής ζωής. Άνθρωποι που
περιφέρονται δίχως ουσία στις μητροπόλεις, χωρίς συνείδηση, ακολουθούν πιστά το πρόγραμμα εντολών. Στοιβαγμένοι σε σπίτια που μοιάζουν με κελιά, ανάμεσα σε σωλήνες και σκυρόδεμα,
πνιγμένοι από τον ίδιο τον εαυτό τους, χάνουν κάθε μέρα την ουσία της ύπαρξη τους.
Ο καπιταλισμός ζει και βασιλεύει και οι υπήκοοι των σύγχρονων κοινωνιών υποκλίνονται μπροστά του. Πολυτελή αυτοκίνητα, ρούχα και παπούτσια, τεχνολογικά επιτεύγματα, παροχές υπηρεσιών, ψυχαγωγίας και διασκέδασης, σωρεία άχρηστων
αντικειμένων, για κάθε γούστο, προς πάσα χρήση, είναι εδώ για να καλύψουν το κενό, να προσφέρουν κάλπικη ευτυχία και αποχαύνωση. Το καταναλωτικό όνειρο παίρνει σάρκα και οστά, πιο ζωντανό από ποτέ είναι έτοιμο να προσφέρει τα πάντα, με μοναδικό αντάλλαγμα τα χρήματα. Χρήματα που κερδίζονται
μέσω της μισθωτής σκλαβιάς, της παραίτησης, της κανονικότητας που διέπει τις σύγχρονες ζωές. Η κοινωνία ξυπνά και κοιμάται με την αγωνία της εκπλήρωσης του. Ζει για να δουλεύει και δουλεύει για να αγοράζει.
Διανύουμε πλέον τον 21ο αιώνα, που οι ταχύτατες και βίαιες αλλαγές επαναπροσδιορίζουν συνεχώς τις σύγχρονες κοινωνίες, αλλάζοντας τις ζωές μας μέρα με τη μέρα. Με τον τομέα της παραγωγής υπηρεσιών να ανθίζει, την πληροφορία να παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στη μεταβιομηχανική εποχή, την τεχνολογική επέλαση και τις αναδιαρθρώσεις του κεφαλαίου, η
εργασία πέρασε από τα κάτεργα του εργοστασίου στα κολαστήρια των γραφείων. Ο χρόνος που περνάμε εντός του υπάρχοντος, είναι χρόνος καπιταλιστικός, η ζωή μας, ένα διαρκές πέρασμα από την παραγωγή στην κατανάλωση. Σήμερα, τίποτα δε θυμίζει τον κόσμο της οικονομίας 20 χρόνια πριν. Γιατί λοιπόν να
αναλωνόμαστε σε πάλαι ποτέ θεωρήσεις και πρακτικές;
Τα “δικαιώματα”, οι αιτηματικοί αγώνες, οι διεκδικήσεις, οι ταυτότητες, ο συνδικαλισμός δεν πηγαίνουν κοντρα στην εργασία, κόντρα στο σύστημα που τη γεννά και τη θρέφει. Τουναντίον,
στέκονται εκεί προασπίζοντας τα συμφέροντα της κυριαρχίας, διαιωνίζοντας ες αεί μια συνθήκη εκμετάλλευσης και καταπίεσης.
Δεν μας αφορά η μεταρρύθμιση, η αναδιάρθωση του καπιταλιστικού σύστηματος, μια δικαιότερη κατανομή πλούτου, ούτε και θέλουμε να προτείνουμε εναλλακτικά μοντέλα παραγωγής και κατανάλωσης. Αυτό που επιθυμούμε είναι η καταστροφή!
Ο αγώνας ενάντια στην εργασία και στην οικονομία εντάσσεται στο συνολικότερο πόλεμο ενάντια στο εξουσιαστικό οικοδόμημα. Γιατί όταν κάτι παραμένει αίτημα, αφομοιώνεται, στερείται επαναστατικής προοπτικής, μετατρέπεται σε ελεημοσύνη απευθείας από τα χέρια της εξουσίας.
Μακριά από μαοστικές, λενινιστικές, μαρξιστικές, αναρχοσυνδικαλιστικές θεωρήσεις περί κολλεκτιβοποιημένων αγρών, απαλλοτριωμένων μέσων παραγωγής, αυτοδιαχείρισης των εργοστασίων. Μακριά από τη θεοποίηση της εργασίας, σε κάθε της μορφή, οικονομικά οργανωτικά μοντέλα, συνέδρια και
συμβούλια. Βρισκόμαστε εδώ για να σπάσουμε στο τώρα τη φαυλοκυκλική ροή του κεφαλαίου. Επιτιθόμαστε στην καρδιά των καπιταλιστικών σχέσεων και της δυναμικής τους, στα μέσα παραγωγής, σαμποτάρουμε την καταναλωτική διαδικασία, λεηλατούμε τις βιτρίνες των καταστημάτων, απαλλοτριώνουμε χρήματα.
ΝΑ ΔΙΑΚΡΙΝΟΥΜΕ, ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΝΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΟΥΜΕ
ΡΩΓΜΕΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΣΤΟ ΕΞΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟ ΟΙΚΟΔΟΜΗΜΑ!
ΝΑ ΜΗ ΣΥΝΗΘΙΣΟΥΜΕ ΤΗ ΔΟΥΛΕΙΑ,
ΝΑ ΑΡΠΑΞΟΥΜΕ ΒΙΑΙΑ ΚΑΙ ΑΠΛΗΣΤΑ ΣΤΙΓΜΕΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ